Δημοσθένης Αγραφιώτης

Κυριακή 24 Οκτωβρίου 2010

ΔΙΑΛΟΓΟΣ ΧΡΗΣΤΟΣ Ν. ΘΕΟΦΙΛΗΣ ΔΗΜΟΣΘΕΝΗΣ ΑΓΡΑΦΙΩΤΗΣ


O κριτικός τέχνης  Χρήστος Ν. Θεοφίλης  σε διάλογο με
Με τον  Δημοσθένη Αγραφιώτη
////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////


ΧΡΗΣΤΟΣ Ν. ΘΕΟΦΙΛΗΣ ΚΡΙΣΗ. Δεν κατανοώ τις θρηνωδίες στην πτώση των κρατικιστικων απόψεων των καπιταλιστικών, σοσιαλιστικών, κομμουνιστικών οικονομικών συστημάτων. Δεν κατανοώ το να προσπαθούμε την διατήρηση αυτών των συστημάτων. ..αλλά κατανοώ ότι το χθες πάντα επιβάλλεται απαντώντας με φόβο  στην αδιάκοπη διαδικασία του γίγνεσθαι  και του μεταβατικού.
     ΚΡΙΣΗ. Δεν κατανοώ το να  ακυρωνόμαστε σε «επιπεδοτητες» franchise προτύπων. Επενδύουμε και  συνομιλούμε με το μπάσταρδο είδος, αντιφέγγισμα της διεθνούς  τέχνης. Δεν κατανοώ το να μας οδηγούν σε νόθες αξίες  και  μεγέθη, οι προικοθήρες της τεχνεμπορίας. Κατανοώ την τέχνη που πάλλεται χωρίς να εγκιβωτίζεται σε ιδεολογήματα. Ο λόγος των μορφών, των ιδεών, του ήχου, πάντα βρίσκει τις απαντήσεις και συναντά το «νέο»  μέσα από τις εσωτερικές του αλληλουχίες..
     ΚΡΙΣΗ. Στα συρματόσχοινα του Santiago Calatrava, δόξα στην καύση του εφήμερου συμβάντος, κρέμεται η πολιτιστική μας παθογένεια. Εκεί τα ντοπαρίσματα των αθλητών μας, η Siemens,, εκεί το κιτς-πάρτι του νέου ρωμαϊκού παραληρήματος , να ίπταται του ολυμπιακού σταδίου ως εκδοχή της τεχνολογίας στην τέχνη …
      ΚΡΙΣΗ. Κατανοώ την αγωνία, εάν το «νέο», μας συμπεριλάβει ή μας επιχωματώσει, μα προσδοκώ  τη συγκρότηση ενός κοινωνικού λόγου , την σχέση της κοινωνίας με τη φύση και την δημοκρατική αντίληψη της τεχνολογίας και επιστήμης .





  Δημοσθένης Αγραφιώτης Η πρόσφατη χρονική περίοδος μπορεί να χαρακτηριστεί ως εποχή της «γενικευμένης κρισολογίας». Εκατοντάδες κειμένων σε καθημερινή βάση αναφέρονται στην κρίση. Εκατοντάδες θεσμοί και αναλυτές προσπαθούν απελπισμένα να αντιληφθούν τη φύση της «κρίσης». Η χρηματοδοτική κρίση κρύβει την οικονομική· η οικονομική καλύπτει την κοινωνική· η κοινωνική υποθάλπει την πολιτιστική· η πολιτιστική υπονοεί την καλλιτεχνική· η καλλιτεχνική καθορίζει την αισθητική. Τίθεται το ερώτημα: από ποιο επίπεδο μπορεί κανείς να ενατενίσει την κρίση για να συλλάβει τα αίτιά της, τη νομοτέλειά της και την πορεία της;
  Η λέξη «κρίση» είναι ελληνική και από τις πολλές σημασίες της, οι μη ελληνόφωνοι χρησιμοποιούν κυρίως την έννοια της «μη λειτουργικότητας»· δηλαδή η κρίση αναδύεται ότι όταν ανατρέπεται η κανονική ροή των πραγμάτων, αλλά ποια είναι η «κανονική ροή»; Η δεύτερη σημασία της «κρίσης»: σαφής διάγνωση των προβλημάτων, η στάθμιση των εναλλακτικών λύσεων, η επιλογή της άριστης στρατηγικής δεν πολυαναφέρεται. Είναι λοιπόν επείγον να τονιστεί η πολυσημία της λέξης σύμφωνα με την ελληνική παράδοση. Μια τέτοια στάση θ’ απέτρεπε τουλάχιστον την πρώτη αρνητική πρόσληψη της «κρίσης». Με μια άλλη έκφραση, χρειαζόμαστε την κρίση (σημασία δεύτερη) για να ξεφύγουμε από την κρίση (έννοια πρώτη και κυρίαρχη στο σημερινό κόσμο).
  Ο χώρος της τέχνης δεν είναι έξω απ’ αυτήν την κρισογραφία. Ωστόσο μια σειρά προβλημάτων αναδύεται (για παράδειγμα):
   Σε ποιο βαθμό είναι νόμιμο να πλησιαστεί η τέχνη κάτω από την απειλή της κρίσης; Με άλλα λόγια η «τέχνη» είναι ίδια σε εποχές «κρίσης» και μη «κρίσης»; Η προσέγγιση της τέχνης θα πρέπει να είναι η ίδια, άσχετα αν είμαστε σε εποχές κρίσης ή μη κρίσης;
    Η προσέγγιση της κρίσης σε αγοραίο ή σε επίσημο επίπεδο γίνεται όλο και πιο συχνά στο όνομα της οικονομικο-χρηματοδοτικής προοπτικής. Η προοπτική αυτή επαρκεί για την ανάλυση της τέχνης; Υπάρχει θεωρία  που μπορεί να θεμελιώνει το ταυτόχρονο πλησίασμα της «κρίσης» και της «τέχνης»;
Η μεταφορική χρήση της «κρίσης» δεν είναι λοιπόν ούτε εύκολη ούτε αυτονόητη.
   Η ανάδυση κρίσεων στο οικονομικό επίπεδο έχει μια μακρά ιστορία τόσο στην Ευρώπη όσο και στην Ασία. Δεν είναι μόνο στην πρόσφατη ιστορία του καπιταλισμού όπου εμφανίζονται φάσεις δυσλειτουργίας του οικονομικού συστήματος με επιπτώσεις δραματικές στις ζωές των ατόμων, ομάδων και κοινωνιών (φτώχεια, ένδεια, συγκρούσεις, πόλεμος…) δηλαδή την πρώτη ύλη για την ιστοριογραφία και τη συγγραφή χρονικών. Το ερώτημα που τίθεται εδώ είναι το ακόλουθο: ο ρυθμός μεταβολής της τέχνης και ο ρυθμός μεταβολής της οικονομικής εκδοχής της πραγματικότητας ταυτίζονται ή ανελίσσονται με διαφορά φάσης ή είναι απλά ασύμβατες; Θα μπορούσε κανείς να προστρέξει στην ιστορία για παραδείγματα που ενισχύουν και υποστηρίζουν τις τρεις προηγούμενες υποθέσεις. Ίσως το ελάχιστο μάθημα θα ’ταν η αποφυγή ενός γρήγορου (ή και αφελούς) περάσματος από μια «κρίση» (οικονομική) στην άλλη «κρίση» (τέχνης).
 Αν υποτεθεί ότι οι «κρίσεις» συνυπάρχουν με ιδιαίτερο τρόπο κάθε φορά σε διάφορες κοινωνίες, είναι οι νομοτέλειες, οι «φύσεις» των κρίσεων διαφορετικές μεταξύ τους; Υπάρχει και ισχυρό κύτταρο κρίσης που τροφοδοτεί όλες τις άλλες; Ποια μπορεί να είναι αυτή; Μια συνολική (global) κρίση; Ή μια εκρηκτική συσσώρευση μικροσκοπικών κρίσεων (local); Ή ένας συνδυασμός του συνολικού και του τοπικού (glocal) – ένα είδος «πλανητοπικού»;
   Το κύριο ερώτημα ίσως θα ’ταν αν η τέχνη είναι πλέον ικανή και αν είναι επιθυμητό να «ασχοληθεί» με την κρίση. Αν δηλαδή μπορεί να δώσει μια διάγνωση για τις «άλλες κρίσεις» και ίσως να δώσει ενδείξεις για την έξοδο από την «κρίση». Ως προς την επιθυμία η τέχνη να σταθεί ως ισχυρό εργαλείο απέναντι στην πολυπλοκότητα της «κρίσης» θα προέρχεται από τους καλλιτέχνες ή από τους κοινωνικούς πρωταγωνιστές; Αν γίνει η υπόθεση ότι υπάρχει μια τέτοια κοινωνική ζήτηση, η τέχνη όπως αυτή διαμορφώθηκε τα τελευταία 20-10 χρόνια έχει τη δύναμη για μιαν τέτοια αποστολή; Με άλλα λόγια η τέχνη διαθέτει ακόμη την αυτονομία και την ισχύ ώστε να μην είναι απλό σύμπτωμα κοινωνικο-οικονομικών διεργασιών; Ορισμένοι ιστορικοί θεωρούν ότι η τέχνη και ιδιαίτερα οι «εικαστικές τέχνες» έχασαν αυτή την «ικανότητα» από το 1960-70 και μετά, καθώς περιορίστηκαν σε μια στάση «σχολίου», «σχολιασμού» και καθώς χειραγωγήθηκαν από τις δυνάμεις της αγοράς και των τραπεζών – και όχι μόνο στο δυτικό κόσμο. Δηλαδή η τέχνη βρέθηκε σε κρίση από το 1960, αλλά η κρίση της οικονομίας του 2010 απέδειξε την κρίση της. Είναι αυτή η θεώρηση έγκυρη; Έχει ψήγματα εγκυρότητας σίγουρα.
   Παρακολουθώντας μια ολονύχτια παράσταση του θεάτρου σκιών στην Ιάβα ακούγοντας τη μουσική (σχεδόν υπνωτική) και βλέποντας τις κινήσεις των «ηρώων» (λίγες και σύντομες) ρώτησα έναν ινδονήσιο μουσουργό που είχε σπουδάσει στο Παρίσι με τον Μεσιάεν για το όλο θέαμα. Μου απάντησε κοφτά: «Δεν χρειάζονται πολλές λεπτομέρειες, η φαντασία συμπληρώνει τις πρώτες ενδείξεις. Μάλλον εκείνο που προέχει είναι η πρόκληση μιας αποχαυνωτικής νοσταλγίας». Η τέχνη σαν μια διέξοδος φυγής. Στη δυτική παράδοση, το αίτημα δεν είναι η φυγή, αλλά και η αντιστοιχία με καταστάσεις της πραγματικότητας ή τουλάχιστον κάποιας πραγματικότητας. Σ’ αυτό το πνεύμα θα πρέπει η τέχνη να στραφεί προς την «κρίση»; Ή να λειτουργεί ως καταφύγιο παρά και πέρα από την «κρίση»; Ή ως στρουθοκάμηλος, θα περιμένει και η «κρίση» να δώσει τη θέση της σε μια κανονικότητα (ποια όμως;), αλλά κανονικότητα και να ξαναπάρει την παλιά θέση της – αυτή πριν τη κρίση; Δεν υπάρχει μια (θεωρητική) απάντηση, οι καλλιτέχνες και μη με τις πρακτικές τους διαμορφώνουν απαντήσεις και προκαλούν απορίες.
   Πολλές απόψεις έχουν διατυπωθεί για την νεοτερική τέχνη (art moderne) και την τύχη των πρωτοποριών. Πολλοί λένε ότι οι κύκλοι της τέχνης κρατούν 300-400 χρόνια, ενώ οι κύκλοι της οικονομίας γύρω στα 50-80 χρόνια. Αν θεωρήσουμε ότι οι αρχές της νεοτερικής τέχνης βρίσκονται στα τέλη του 19ου αιώνα, σύμφωνα με τα προηγούμενα η φάση ατή της τέχνης θα κρατήσει ακόμη 2-3 αιώνες. Στο μεταξύ, οι οικονομικές κρίσεις θα ’ρθουν και θα φύγουν. Οι δυο περιοδικότητες διαφέρουν, έτσι η τέχνη θα πρέπει να εκμεταλλευτεί τη διαχρονική αυτοτέλεια της. Παρηγοριά; Χίμαιρα; Κοντόφθαλμη ανάγνωση; Καρτερία; Όλες οι τάσεις φαίνονται παρούσες. Εγώ προσωπικά πριμοδοτώ τις εκπλήξεις.
//////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////
ΠΟΙΟΣ ΕΙΝΑΙ
Ο Δημοσθένης Αγραφιώτης (γεν. 1946), ποιητής, δοκιμιογράφος, κριτικός κινηματογράφου, φωτογράφος και εικαστικός καλλιτέχνης, εργάστηκε ως καθηγητής κοινωνιολογίας στην Εθνική Σχολή Δημόσιας Υγείας. Τα ερευνητικά του ενδιαφέροντα επικεντρώθηκαν στις κοινωνικές και πολιτιστικές διαστάσεις της υγείας, της επιστήμης και της τέχνης.
Αγραφιώτης Δημοσθένης, Ομότιμος Καθηγητής
Ο Δημοσθένης Αγραφιώτης γεννήθηκε στο Καρπενήσι Ευρυτανίας και σπούδασε Χημικός Μηχανικός στο Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο. Στη συνέχεια έκανε μεταπτυχιακές σπουδές στην Χημική Μηχανική, στο University of Wisconsin (ΗΠΑ) και πήρε Πτυχίο Επιμόρφωσης στη Διοικητική των Επιχειρήσεων, από το Μεταπτυχιακό Ινστιτούτο Διοικητικής των Επιχειρήσεων της Α.Σ.Ο.Ε.Ε. Το 1976 ολοκλήρωσε το διδακτορικό του στη Διοικητική των Επιχειρήσεων στο Πανεπιστήμιο των Παρισίων ΙΧ ενώ δυο χρόνια αργότερα απέκτησε διδακτορικό δίπλωμα του Γαλλικού Κράτους - "Doctorat d' Etat, Sciences des Organizations" - στη Διοικητική των Επιχειρήσεων - Κοινωνιολογία, Πολιτιστική Κοινωνιολογία των αποφάσεων και της τεχνολογίας. Από το 1984 μέχρι το 2007 Διετέλεσε Καθηγητής του Τομέα Κοινωνιολογίας στην Εθνική Σχολή Δημόσιας Υγείας.


Εκπαιδευτικά και ερευνητικά ενδιαφέροντα και δραστηριότητες:

Η αρρώστια και η υγεία ως κοινωνικά και πολιτιστικά φαινόμενα. Η Κοινωνιολογία του AIDS και της ψυχικής διαταραχής. Η Κοινωνιολογία των πολιτιστικών μεταβολών - Θεωρητικές Προοπτικές - Το πρόβλημα της επιστήμης και της τεχνολογίας - Πολιτιστική πολιτική. Οι κοινωνικές αναπαραστάσεις της υγείας και της αρρώστιας. Κοινωνιολογία των Οργανώσεων. Κοινωνική πολιτική. Ατομα με ειδικές ανάγκες. Επιστήμη, Τεχνολογία, Κοινωνία. Ιστορία των ελληνικών νοσοκομείων. Διαπλοκές τέχνης και νέων τεχνολογιών. Μέθοδοι αξιολόγησης, στάθμισης, αποτίμησης.

////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////